ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΗΣ ΜΙΑΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΗΣ ΜΙΑΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Πρὸς τοὺς ἀπανταχοῦ Ὀρθοδόξους.

Κρατώμεν τῆς ὁμολογίας, ἥν παρελάβομεν ἄδολον, παρά τηλικούτων ἀνδρῶν, ἀποστρεφόμενοι πάντα νεωτερισμόν, ὡς ὑπαγόρευμα τοῦ Διαβόλου.Ὁ δεχόμενος νεωτερισμόν, κατελέγχει ἐλλειπή τὴν κεκηρυγμένην Ὁρθόδοξον πίστην.
Ἀλλ’ αὔτη πεπληρωμένη ἤδη ἐσφράγισται, μὴ ἐπιδεχόμενη μήτε μείωσιν, μήτε αὔξησιν, μήτε ἀλλοίωσιν, καὶ ὁ τολμών ἤ πράξαι ἤ συμβουλεύσαι ἤ διανοηθήναι τοῦτο, ἤδη ἠρνήθη τὴν πίστιν τοῦ Χριστού, ἤδη ἐκουσίως καθυπεβλήθη εἰς τὸ αἰώνιον ἀνάθεμα, διὰ τὸ βλασφημεῖν εἰς τὸ Πνεύμα τὸ Ἅγιον, ὡς τάχα μὴ ἀρτίως λαλήσαν ἐν ταῖς Γραφαῖς καὶ Οἰκουμενικαῖς Συνόδοις…Ἄπαντες οὐν οἱ νεωτερίζοντες ἤ αἰρέσει ἤ σχίσματιἐκουσίως ἐνεδύθησαν κατάρα ὡς ἰμάτιον (Ψαλμ-ΡΗ’18), κἄν τε Πάπαι, κἄν τε Πατριάρχαι, κἄν τε κληρικοί, κἄν τε λαϊκοί, κἄν Ἄγγελος ἐξ Οὐρανοῦ.

Ἄνθιμος ἐλέω Θεοῦ Ἀρχιεπίσκοπος Κων/πόλεως Νέας Ρώμης ἤ Οἰκουμ. Πατρ.
Ἰερόθεος ἐλέω Θεοῦ Πάπας καὶ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας καὶ πᾶσης Αἰγύπτου.
Μεθόδιος ἐλέω Θεοῦ Πατριάρχης Ἀντιοχείας.
Κύριλλος ἐλέω Θεοῦ Πατριάρχης Ἰεροσολύμων.
Καὶ αἱ περὶ αὐτοὺς Ἱεραὶ Συνόδοι.
Ἐν Κωνσταντινούπολει τὸ σωτήριον ἔτος 1848.

Κύριε Κύριε, οὐ τῷ σῷ ὀνόματι προεφητεύσαμεν,

«....πολλοὶ ἐροῦσίν μοι ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, Κύριε Κύριε, οὐ τῷ σῷ ὀνόματι προεφητεύσαμεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δαιμόνια ἐξεβάλομεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δυνάμεις πολλὰς ἐποιήσαμεν; καὶ τότε ὁμολογήσω αὐτοῖς ὅτι Οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς· ἀποχωρεῖτε ἀπ' ἐμοῦ οἱ ἐργαζόμενοι τὴν ἀνομίαν (Κατά Ματθ. 21-24) 2)

Δεν είστε θύμα, είστε θύτης. κ. Πρωθυπουργέ, !!!!

Δεν είστε θύμα, είστε θύτης. κ. Πρωθυπουργέ, !!!!
ΤΙ ΔΕΝ ΚΑΤΑΛΑΒΑΊΝΕΤΕ, Κ. ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΈ;

μη πλανάσθε· ούτε πόρνοι ούτε ειδωλολάτραι ούτε μοιχοί

Ο Απόστολος Παύλος λέει «…μη πλανάσθε· ούτε πόρνοι ούτε ειδωλολάτραι ούτε μοιχοί ούτε μαλακοί ούτε αρσενοκοίται 10 ούτε πλεονέκται ούτε κλέπται ούτε μέθυσοι, ου λοίδοροι, ουχ άρπαγες βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι. 11 και ταύτά τινες ήτε· αλλά απελούσασθε, αλλά ηγιάσθητε, αλλά εδικαιώθητε εν τω ονόματι του Κυρίου Ιησού και εν τω Πνεύματι του Θεού ημών.» (Α’ Κορ.6:9-11).

ΑΓΑΠΗ ΕΝ ΑΛΗΘΕΙΑ

ΑΓΑΠΗ ΕΝ ΑΛΗΘΕΙΑ..ΚΑΤΑ ΤΟΝ Γ.ΦΛΩΡΟΦΣΚΥ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΗΤΑΝ [ Η ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΕΠΙ ΤΩΝ ΣΥΧΡΟΝΩΝ ΤΟΥ ΚΑΙ Η ΤΡΑΧΥΤΙΤΑ ΤΟΥ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ].Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΚΡΙΝΕΙ ΚΑΙ ΔΙΚΑΖΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΛΥΤΡΩΣΕΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΝΗΡΟ. ΑΥΤΗ ΕΙΝΕ Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ -ΣΤΑΥΡΟΥ - ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΠΛΟΣ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΣΜΟΣ.

έλειπαν 13 ολόκληρες ημέρες,

Όσο κι αν ψάξετε, σε οποιοδήποτε αρχείο των ελληνικών ληξιαρχείων, δεν πρόκειται να βρείτε ούτε έναν Έλληνα ή Ελληνίδα που να έχει καταχωρηθεί με ημερομηνία γέννησης από 16 έως 28 Φεβρουαρίου 1923! Αυτό αποκαλύπτει ο κ. Διονύσης Σιμόπουλος, Διευθυντής του Ευγενιδείου Πλανηταρίου. Όχι, φυσικά, γιατί δεν.... είχαμε ούτε μία γέννα σε μία ολόκληρη περίοδο 13 ημερών, αλλά γιατί απλούστατα το 1923 είχε μόνο 352 ημέρες"! Όπως εξηγεί ο κ. Σιμόπουλος, από τον Φεβρουάριο του 1923, έλειπαν 13 ολόκληρες ημέρες, δηλαδή το διάστημα μεταξύ 16 και 28 Φεβρουαρίου, ο ήλιος αποκοιμήθηκε, καί ξύπνησε μετά από 13 μέρας..

ἀλλὰ καὶ ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ' ὃ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω»

Ο Απόστολος Παύλος μας λέγει: «ἀλλὰ καὶ ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν παρ' ὃ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω». Τολμηρό αυτό που μας λέγει ο απόστολος Παύλος! «ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ»!! Φαντάζεστε αυτούς που αρέσκονται εις τα θαύματα να έβλεπαν άγγελο να τους λέγει «ακολουθήστε το νέο ημερολόγιο των Παπών της Δύσεως»!!! Εως και αυτόν τον ίδιο τον Παύλο θα αναθεμάτιζαν!!!

Εσύ σε ποια Εκκλησία ανήκεις;

‎"Κρείττων γὰρ ἐπαινετὸς πόλεμος εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ· καὶ διὰ τοῦτο τὸν πραῢν μαχητὴν ὁπλίζει τὸ Πνεῦμα, ὡς καλῶς πολεμεῖν δυνάμενον" Γρηγόριος ο Θεολόγος «Εσύ σε ποια Εκκλησία ανήκεις; Σε αυτήν του Βυζαντίου, της Ρώμης, της Αντιόχειας, της Αλεξάνδρειας ή της Ιερουσαλήμ;;;;; Τότε ο δίκαιος απάντησε σοφά: «Ο Κύριός μας Χριστός χαρακτήρισε Καθολική Εκκλησία εκείνη την Εκκλησία, η οποία διατηρεί την αληθινή και ομολογιακή παρακαταθήκη της πίστης.!!!!!! αγίου Μαξίμου Ομολογητού:

δύο μορφές ταπεινώσεως

«Υπάρχουν δε δύο μορφές ταπεινώσεως, όπως ακριβώς και δύο μορφές υπερηφάνειας. Η πρώτη υπερηφάνεια είναι όταν εξουθενώνει κανείς τον αδελφό του, όταν τον εξευτελίζει σαν να μη είναι τίποτα και θεωρεί τον εαυτό του ανώτερό του. Αν αυτός που θα πέσει σε αυτήν την υπερηφάνεια δεν φροντίσει γρήγορα με τη κατάλληλη προσοχή και επιμέλεια να διορθωθεί σιγά -σιγά φτάνει στην δεύτερη υπερηφάνεια και καταντά να υπερηφανεύεται απέναντι στον ίδιο τον Θεό και να πιστεύει πως οτιδήποτε κατορθώνει οφείλεται στις δυνάμεις του και όχι στον Θεό. Πραγματικά αδελφοί μου, κάποτε είδα έναν που είχε καταντήσει στην ελεεινή αυτή κατάσταση. Στην αρχή αν του έλεγε κανένας αδελφός κάτι τον έφτυνε και έλεγε: ‘’Ποιος είναι αυτός; Δεν αξίζει κανένας παρά μόνο ο Ζωσιμάς και οι μαθητές του’’. Μετά άρχισε να εξευτελίζει και αυτούς και να λέει: ‘’Δεν αξίζει κανένας παρά μόνο ο Μακάριος’’. Και μετά από λίγο άρχισε πάλι να λέει: ‘’Τι είναι ο Μακάριος; Τιποτένιος, μόνο ο Βασίλειος και ο Γρηγόριος αξίζουν’’. Μετά από λίγο άρχισε και αυτούς να τους εξευτελίζει λέγοντας: ‘’Τι είναι ο Βασίλειος και τι είναι ο Γρηγόριος; Τιποτένιοι. Μόνο ο Πέτρος και ο Παύλος αξίζουν’’. Του λέω: ‘’Πραγματικά αδελφέ μου και αυτούς θα τους απορρίψεις’’. Πιστέψετε με, μετά από λίγο καιρό άρχισε να λέει: ‘’Τι είναι ο Πέτρος και ο Παύλος; Τιποτένιοι. Μόνο η Αγία Τριάδα αξίζει’’. Μετά υπερηφανεύτηκε και εναντίον του ίδιου του Θεού και έτσι έχασε τα λογικά του. Για αυτό πρέπει να αγωνιζόμαστε αδελφοί μου, εναντίον της πρώτης υπερηφάνειας για να μην καταλήξουμε μετά από λίγο στην τέλεια υπερηφάνεια».

(Αββά Δωρόθεου, Έργα Ασκητικά, Διδασκαλία περί ταπεινοφροσύνης, σελ. 129).

ΤΟ ΝΕΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΩΣ ΘΗΡΙΟ !!!!

Ἰδού τί γράφει εἰς τήν «ΟΜΟΛΟΓΙΑΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ» σελίς 4, ὁ κλεινός Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Δοσίθεος:

«Τέσσαρα μεγάλα θηρία ἐγέννησεν ὁ ΙΣΤ’ αἰών: Τήν αἴρεσιν τοῦ Λουθήρου, τήν αἴρεσιν τοῦ Καλβίνου, τήν αἴρεσιν τῶν Γιεζουβιτῶν, (Ἰησουιτῶν. Τάγμα θανάτου τοῦ Πάπα. Σκοπός του ἡ διάδοσις τοῦ Παπισμοῦ καί ἡ ὑποταγή ὅλων ὑπό τόν Πάπα) καί τήν αἴρεσιν τοῦ Νέου Καλενδαρίου· (Σ.σ. ἡμερολογίου). … κατά δέ τῆς αἱρέσεως τοῦ Νέου Καλενδαρίου ἀπεφάνθη ἡ ἐν Κων/πόλει μεγάλη Οἰκουμενική Σύνοδος τῶ 1593».Ο ΙΕΡΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΙΚΟΔΗΜΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ Δοσίθεος: ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΕΙ ΤΟ ΝΕΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΩΣ ΘΗΡΙΟ !!!!.


Ο ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΜΑΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ ΣΥΧΝΑ ΣΤΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΓΡΑΠΤΑ ΤΟΥ ΔΟΣΙΘΕΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ Ο ΙΔΙΟΣ ΑΠΟΚΑΛΕΙ ΙΕΡΟ..

.

Ο ΔΟΣΙΘΕΟΣ ΗΤΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΣΠΑΝΙΟΤΑΤΗ ΜΟΡΦΩΣΗ. Η ΔΩΔΕΚΑΒΙΒΛΟΣ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΑΝΑΓΚΑΙΟ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑ ΕΙΔΙΚΑ ΓΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥΣ.

ὀφθαλμὸν μὲν ἐκκόψωμεν

Βαδίζοντες δὲ τὴν ἀπλανῆ καὶ ζωηφόρον ὁδόν, ὀφθαλμὸν μὲν ἐκκόψωμεν σκανδαλίζοντα· μὴ τὸν αἰσθητόν, ἀλλὰ τὸν νοητόν· οἷον ἐὰν ὁ ἐπίσκοπος ἢ ὁ πρεσβύτερος, οἱ ὄντες ὀφθαλμοὶ τῆς Ἐκκλησίας, κακῶς ἀναστρέφωνται καὶ σκανδαλίζωσι τὸν λαόν, χρὴ αὐτοὺς ἐκβάλλεσθαι. Συμφέρον γὰρ ἄνευ αὐτῶν συναθροίζεσθαι εἰς εὐκτήριον οἶκον, ἢ μετ' αὐτῶν ἐμβληθῆναι, ὡς μετὰ Ἄννα καὶ Καϊάφα, εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός.

Ὁ ἅγιος Θεόδωρος Στουδίτης, ἀκολουθώντας τὸ Μ. Ἀθανάσιο, ἀπαγορεύει τὴν «κοινωνία» ὄχι μόνο μὲ αἱρετικούς, ἀλλὰ καὶ μὲ ἐκείνους ποὺ ἐπικοινωνοῦν μὲ αἱρετικούς. Λέγει:
«τοῦ τε Ἁγίου Ἀθανασίου προστάσσοντος μηδεμίαν κοινωνίαν ἔχειν ἡμᾶς πρὸς τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ μὴν μηδὲ πρὸς τοὺς κοινωνοῦντας μετὰ τῶν ἀσεβῶν»
(Ἐπιστολαί, 466, l.17-18).

Καὶ ὁ Πατριάρχης Κων/πόλεως, ἅγιος Γερμανὸς ὁ νέος, συμβουλεύει τὴν ἀποχὴ τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας μὲ ἐκείνους τοὺς «ὀρθόδοξους» ποὺ κοινωνοῦσαν μὲ τοὺς Λατίνους. Συμβούλευε ἀκόμα τους λαϊκούς, νὰ φεύγουν ὁλοταχῶς ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς, ποὺ ἔδειξαν ὑποταγὴ στοὺς Λατίνους, καὶ μήτε σὲ Ἐκκλησία ποὺ ἐκεῖνοι λειτουργοῦν νὰ πηγαίνουν, μήτε νὰ παίρνουν εὐλογία ἀπὸ τὰ χέρια τους. Καλύτερα νὰ προσεύχεστε μόνοι στὰ σπίτια σας, παρὰ νὰ συγκεντρώνεστε στὴν ἐκκλησία μαζὶ μὲ τοὺς Λατινόφρονες κληρικοὺς καὶ λαϊκούς.http://www.facebook.com/photo.php?fbid=328244863964089&set=o.425047610867614&type=1&theater.

διῶκτες τῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Χριστοῦ;

Τί συμβαίνει στούς διῶκτες τῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Χριστοῦ; ῾Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς .
Ρωτήστε τον διώκτη της Εκκλησίας Σαύλο (Σαούλ), τί του συνέβη. «Σκληρόν σοι προς κέντρα λακτίξειν» (Πράξεις 26, 14), του είπε ο Κύριος και ο Σαύλος βαπτίστηκε και έγινε ο Παύλος, ο Απόστολος.
Τί συνέβη στον Ηρώδη, τον πρώτο διώκτη των χριστιανών; Τί συνέβη στον Ιουλιανό τον Παραβάτη.; Πέθαναν και οι δύο με φρικτό θάνατο, ενώ οι θεοστυγείς δολοπλοκίες τους εναντίον του Χριστού διαλύθηκαν σαν καπνός.
Αλλά έτσι συνέβαινε πάντα στην ιστορία: κάποιοι διώκτες μεταστρέφονταν στον χριστιανισμό, ενώ άλλοι πέθαιναν με φρικτούς θανάτους. Πάντοτε οι προσπάθειες του ενός ή του άλλου χριστιανομάχου εκμηδενίζονται, διαλύονται σαν καπνός.
Όταν ο αυτοκράτορας Αδριανός επιτέθηκε στην Ιερουσαλήμ, ήθελε να εκδικηθεί τους Ιουδαίους και τους χριστιανούς, διότι δεν ξεχώριζε τους χριστιανούς από τους Ιουδαίους. Διασκόρπισε τους Ιουδαίους σε όλο τον κόσμο κι έκτισε έναν ειδωλολατρικό ναό στο σημείο όπου βρισκόταν ο Ναός του Σολομώντος. Επίσης μετονόμασε την Ιερουσαλήμ «Αϊλία», με βάση το όνομα του «Αΐλιος» και απαγόρευσε σε οποιονδήποτε να ονομάζει την πόλη αυτή Ιερουσαλήμ. Έκτισε ναό προς τιμήν του φαύλου Ερμή στον Γολγοθά, άλλον ναό για τον Δία πάνω από τον τάφο του Κυρίου κι έναν ναό προς τιμήν του Άδωνη, στη Βηθλεέμ.
Πράγματι πόσο τραγικό θα ήταν, για τους χριστιανούς εκείνης της εποχής, να βλέπουν τα ιερά τους προσκυνήματα να χλευάζονται κατ’ αυτόν τον τρόπο! Αλλά όμως στο τέλος τί συνέβη; Ο αυτοκράτορας Αδριανός βρήκε φρικτό θάνατο και όσο για τους ειδωλικούς ναούς του, αυτοί κατακρημνίστηκαν την εποχή των θεοστέπτων αγίων βασιλέων Κωνσταντίνου και Ελένης, της αυτοκράτειρας μητέρας του. Στη θέση τους ανεγέρθηκαν περικαλλείς χριστιανικοί ναοί, που μέχρι σήμερα στέκουν ακλόνητοι!
«Σκληρόν σοι προς κέντρα λακτίζειν». Ω, πόσο μάταιη και χαμένη είναι κάθε μάχη εναντίον του Χριστού!
(Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς,

«Ἔστι κακή ὁμόνοια, καί καλή διαφωνία

Ὁ μεγάλος θεολόγος τοῦ ΙΕ αἰῶνος, ‘Ιωσήφ ὁ Βρυέννιος λέγει: «Ἔστι κακή ὁμόνοια, καί καλή διαφωνία. Ἔστι σχισθῆναι καλῶς καί ὁμονοῆσαι κακῶς. Οἷς γάρ ἡ φιλία ἀπωλείας πρόξενος, τούτοις τό μῖσος ἀρετῆς ὑπόθεσις γίνεται. Καί κρείσσων ἐμπαθοῦς ὁμονοίας, ἡ ὑπέρ ἀπαθείας διάστασις. Καλόν τό εἰρηνεύειν πρός πάντας, ἀλλ’ ὁμονοοῦντας πρός τήν εὐσέβειαν. Ἡ γάρ εἰρήνη μετά μέν τοῦ ἰδίου καί πρέποντος, κάλλιστον ἐστι κτῆμα καί λυσιτελέστατον, μετά δέ κακίας, ἤ δουλείας ἐπονειδίστου, πάντων αἴσχιστον καί τε καί βλαβερώτατον. Ἐπεί οὐδείς δύναται κτήσασθαι τήν ἀγάπην τῶν πονηρῶν καί κακῶν, χωρίς κακίας καί πονηρίας. Μεγάλη δέ ἀρετή τοῦ δικαίου, ὅταν ἔχη τούς τοῦ Θεοῦ ἐχθρούς, ἐχθρούς, καί τούς αὐτοῦ φίλους, φίλους, ὥσπερ μεγάλη κακία ἁμαρτωλοῦ, ὅταν τούς τοῦ Θεοῦ φίλους ἔχη ἐχθρούς, καί τούς ἐχθρούς αὐτοῦ φίλους (Ἰωσήφ Βρυεννίου, Τά Εὑρεθέντα, Τόμος Β, σελ. 22)

Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2012

ΛΑΤΡΕΥΟΥΝ ΟΛΕΣ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΘΕΟ; ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού Ζούμε δυστυχώς στην εποχή της απόλυτης πνευματικής σύγχυσης. Ο ασύλληπτος καταιγισμός της πληροφόρησης και η πανεύκολη πρόσβαση στη γνώση, δημιούργησε έναν πρωτοφανή συγκερασμό ιδεολογημάτων, που όμοιό του δε γνώρισε στο παρελθόν η ανθρωπότητα. Ο χειρότερος ιδεολογικός συγκερασμός έγινε στον τομέα της θρησκευτικότητας. Ο σημερινός άνθρωπος τραυματισμένος πνευματικά από τον αθεϊσμό των περασμένων αιώνων, στράφηκε απρόσμενα προς τη θρησκεία, η αυγή του 21ου αιώνα έφερε αναμφίβολα την «άνοιξη» στην παραγκωνισμένη και κατασυκοφαντημένη θρησκευτική πίστη. Αλλά δυστυχώς η θρησκευτικότητα του σύγχρονου ανθρώπου, παρ’ όλο έντονη, δεν είναι υγιής, διότι είναι συγκερασμός θρησκευτικών ιδεολογημάτων. Και το χειρότερο: είναι αναμειγμένη με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του ευρύτερου αποκρυφιστικού πλέγματος της διαβόητης «Νέας Εποχής». Μια από τις πιο επικίνδυνες πνευματικές καταστάσεις της εποχής μας είναι ο λεγόμενος οικουμενισμός. Πρόκειται για ισχυρή τάση πνευματικής ενοποίησης του κόσμου, η οποία λειτουργεί ως κύρια έκφανση της παγκοσμιοποίησης τα τελευταία χρόνια. Ο οικουμενισμός στηρίζεται στο ιδεολόγημα ότι δεν υπάρχει αντικειμενική αλήθεια στις επί μέρους πίστεις, αλλά ψήγματα αλήθειας και κατά συνέπεια η αλήθεια θα πρέπει να αναζητηθεί στη συνένωση όλων των πίστεων σε μία, ο συγκερασμός των επί μέρους ιδεολογιών θα αποτελέσουν την αλήθεια! Για την ιστορία αναφέρουμε πως τα σπέρματα του οικουμενισμού ανάγονται στη λεγόμενη σχετικοκρατία των άθεων φιλοσόφων του ευρωπαϊκού διαφωτισμού, αυτοί οι οποίοι σύντριψαν κάθε παραδεδομένη αλήθεια του παρελθόντος και πάνω σε αυτά τα συντρίμμια έκτισαν το οικοδόμημα της αντιχριστιανικής πολεμικής. Φυσικά και η χριστιανική πίστη ανήκει, κατά τους θιασώτες του οικουμενισμού, στη «λειψή αλήθεια», διότι αρνούνται καταφανώς τη θεία προέλευσή της, υποβιβάζοντάς την στο επίπεδο των άλλων θρησκειών. Η εμμονή μας ως Ορθόδοξοι να πιστεύουμε και να διακηρύττουμε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία μας είναι η μόνη αληθινή και σώζουσα πίστη, προκαλεί την μήνη και την αγανάκτηση των οικουμενιστών και γι’ αυτό έχουν βάλει ως πρωταρχικό τους στόχο να μας ενώσουν σώνει και καλά με τις άλλες χριστιανικές «εκκλησίες», ήτοι τον παπισμό και την πολυάριθμη πανσπερμία του ευρύτερου προτεσταντικού χώρου. Διετύπωσαν μάλιστα και την άκρως βλάσφημη θεωρία «των κλάδων», δηλαδή ότι όλες οι «εκκλησίες», μαζί και η Ορθοδοξία, συναποτελούν το «δένδρο της αόρατης εκκλησίας»! Δυστυχώς ολόκληρος ο 20ος αιώνας αναλώθηκε για την επίτευξη της πολυπόθητης ένωσης των εκκλησιών. Πρωτοστάτης σε αυτή την προσπάθεια ο παπισμός και ο προτεσταντισμός. Ο μεν πρώτος έντυσε με δογματικό μανδύα τον οικουμενισμό στα πλαίσια της Β΄ Βατικάνειας Συνόδου (1962-1965). Ο δε δεύτερος δημιούργησε το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, το 1948, για να στεγάσει όλες τις «εκκλησίες», μηδέ εξαιρουμένης της Ορθοδοξίας. Απώτερος στόχος του οικουμενισμού είναι, αφού ενώσει τις χριστιανικές «εκκλησίες», να ενώσει και τις άλλες θρησκείες μαζί σε ένα τερατώδες σχήμα, δημιουργώντας την μελετώμενη εδώ και χρόνια εφιαλτική πανθρησκεία της «Νέας εποχής»! Το Βατικανό, ως πρωτεργάτης του οικουμενισμού, εγκαινίασε εδώ και χρόνια την ετήσια διαθρησκειακή συνάντηση της Ασίζης, η οποία κάθε χρόνο φέρνει όλο και πιο κοντά, για την ένωση, τις θρησκείες του κόσμου! Το τραγικό είναι πως στο ισοπεδωτικό άρμα του οικουμενισμού έχει προσδεθεί και η Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Υψηλόβαθμοι κληρικοί και καθηγητές και άλλοι «διανοούμενοι», έγιναν φανατικοί κήρυκες της προσέγγισης της Ορθοδοξίας με τις άλλες «εκκλησίες» και το χειρότερο, συμμετέχουν ενεργά σε διάλογο και με τις άλλες θρησκείες. Ο οικουμενισμός έκαμε την εμφάνισή του στον ορθόδοξο χώρο στις αρχές του 20ου αιώνα, με τις γνωστές εγκυκλίους του Οικουμενικού Πατριαρχείου, α) του 1902 προς τους προκαθημένους των Ορθοδόξων Εκκλησιών για την ανάγκη προσεγγίσεως με τις άλλες «εκκλησίες» και β) του 1920, ως συνέχεια της προηγούμενης αποκαλώντας αυτές «συγγενείς και οικείας εν Χριστώ και συγκληρονόμους και συσσώμους της επαγγελίας του Θεού εν Χριστώ» (βλ. αρχ. Παύλου Δημητρακόπουλου, Η Ορθοδοξία μπροστά στη θύελλα του συγχρόνου προτεσταντικού και παπικού οικουμενισμού, Πειραιάς 2011,σελ.22). Η δε συμμετοχή στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών επέτεινε την οικουμενιστική νοοτροπία πολλών ορθοδόξων, ώστε πια να θεωρείται «απόλυτος προορισμός» η ένωσή μας με την ετεροδοξία! Στην παρούσα εργασία θα θίξουμε μια από τις παραμέτρους του οικουμενισμού, η οποία νομίζω ότι ίσως έχει τη μεγαλύτερη σημασία. Η βάση πάνω στην οποία στηρίζεται και οικοδομείται ο οικουμενισμός είναι η θεωρία ότι όλες οι θρησκείες λατρεύουν τον ίδιο Θεό, με διαφορετικό τρόπο, ότι αποτελούν τον «διαφορετικό δρόμο» αναγωγής στο ίδιο Θεό! Έχω τη βεβαιότητα ότι αυτή η θεωρία έρχεται σε ριζική αντίθεση με τη χριστιανική μας πίστη και αποτελεί φρικτή βεβήλωση του μοναδικού απολυτρωτικού έργου του Χριστού για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Διότι, σύμφωνα με αυτό το «αξίωμα», δεν ήταν απαραίτητη η ενσάρκωση του Θεού και το επί γης σωτηριώδες έργο Του. Ότι τελικά ήρθε ο Χριστός στον κόσμο να φτιάξει έναν ακόμα «δρόμο προσεγγίσεως του Θεού», πλάι στους άλλους, μια ακόμη θρησκεία, έστω την καλλίτερη. Κατά συνέπεια, ως ιδρυτής θρησκείας, δεν ξεπερνά την αξία του Ορφέα, του Μωυσή, του Βούδα, του Ζωροάστρη, του Μωάμεθ! Ακόμη δεν είναι επίσης απαραίτητη η πίστη στη θεία υπόστασή Του, η ανθρώπινη φύση του αρκούσε να Τον αναγάγει σε ιδρυτή θρησκείας! Είναι εύκολο λοιπόν να καταλάβει κανείς τον ολισθηρό δρόμο του οικουμενισμού με αυτούς τους απλούς συλλογισμούς, οι οποίοι δεν απέχουν ουδόλως από την πραγματικότητα! Αλλά για μας τους ορθοδόξους δεν τίθενται (δεν θα πρέπει να τίθενται) τέτοια διλλήματα. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός δεν ήρθε στον κόσμο να ιδρύσει καμιά θρησκεία, έστω την τελειότερη. Η Εκκλησία Του δεν είναι θρησκευτικό σχήμα, ανάλογο με τις ποικιλόμορφες θρησκείες του κόσμου, παρ’ όλο ότι έχει επικρατήσει, συμβατικά, να θεωρείται και να ονομάζεται ο Χριστιανισμός θρησκεία! Εξηγούμαι, για να μην παρεξηγηθώ. Οι θρησκείες του κόσμου είναι ανθρώπινα δημιουργήματα. Ο πτωτικός άνθρωπος δημιούργησε το φαινόμενο της θρησκείας, ανάλογα με την πολιτισμική του κατάσταση, από εσωτερική ανάγκη, προκειμένου να γεμίσει το τρομερό υπαρξιακό του κενό, το οποίο άφησε στην ψυχή του η απουσία του Θεού μετά την πτώση. Με αυτόν τον τρόπο επιχείρησε να ικανοποιήσει την έμφυτη εσωτερική του παρόρμηση να αναχθεί στο Θεό δημιουργό του. Η νοητική, πνευματική και πολιτισμική του κατάσταση όρισε και το βαθμό ποιότητας της θρησκείας που δημιουργούσε, γι’ αυτό και οι αντιλήψεις όλων αυτών των θρησκειών για το Θεό είναι ατελείς έως απαράδεκτες. Επί προσθέτως η θρησκεία ικανοποιούσε και μετρίαζε τους εσώτατους φόβους του, διότι πίστευε πως με τις διάφορες τελετουργίες μπορούσε να εξευμενίζει το θείον και να το έχει συμπαραστάτη στη ζωή του. Ο απόστολος Παύλος δίνει μια σαφή εικόνα για την πρωτοχριστιανική ανθρωπότητα: «ουκ έγνω ο κόσμος δια της σοφίας τον Θεόν» (Α΄Κορ.1,21). Οι άνθρωποι, παρ’ ότι θρήσκοι, «ελπίδα μη έχοντες και άθεοι εν τω κόσμω (εισίν)» (Εφ.2,12). Η Εκκλησία του Χριστού δεν ιδρύθηκε από τον Θείο ιδρυτή της να εξυπηρετεί τέτοιου είδους (ψυχολογικές) ανάγκες, αλλά για να είναι ο νέος τρόπος «κατά φύσιν» υπάρξεως των ανθρωπίνων προσώπων, «υπάρχειν και υφεστάναι» κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή (P.G.91,701Α). Να είναι, σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο, η «καινή κτίσις» (Εφ.6,16), η αναδημιουργία του κόσμου, ο νέος κόσμος του Θεού, μέσα στον παλιό κόσμο της αμαρτίας και της φθοράς, η νέα κοινωνία των ανθρωπίνων προσώπων με κριτήριο την αγάπη, ως αντικατοπτρισμός της αγαπητικής υπάρξεως του Τριαδικού Θεού. Να είναι η απαρχή, ώστε μελλοντικά να μεταστοιχειωθεί ολόκληρη η δημιουργία «ίνα ει ο Θεός τα πάντα εν πάσιν» (Α΄κορ.15,28). Για να είναι μέσα στον κόσμο, το σώμα του Χριστού, με κεφαλή τον Ίδιο και κύτταρά του τους πιστούς όλων των εποχών (Εφ.5,23), ώστε μέσω της πραγματικής συσσωματώσεώς μας στο θεανθρώπινο αυτό σώμα, να συντελείται η σωτηρία μας και να αξιωνόμαστε της κατά χάριν θεώσεώς μας. Η αγία μας Εκκλησία υπάρχει στον κόσμο για να είναι το υπέρτατο πνευματικό ιατρείο των ψυχών, να θεραπεύει τα τραυματισμένα από την αμαρτία ανθρώπινα πρόσωπα, να τα αναγεννά και να τα καθιστά θεοειδείς υπάρξεις, αντάξια της υιοθεσίας του Θεού (Γαλ.4,5). Ο Θεός της πίστεώς μας, η Παναγία Τριάς, «μία Θεότης εν τρισί υποστάσεσι» σύμφωνα με τη δογματική της Εκκλησίας μας, δεν είναι Θεός καμιάς θρησκείας του κόσμου, διότι οι «θεοί» τους είναι αυθαίρετες νοητικές συλλήψεις, ανύπαρκτοι όντα, δηλαδή είδωλα, και κατά τον απόστολο Παύλο: «θελήματα της σαρκός και των διανοιών» (Εφ.2,3). Αντίθετα ημών των Χριστιανών η πίστη μας στο Θεό, εδράζεται στην αυτοαποκάλυψή Του, μέσω του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, του σαρκωμένου Θεού μας. Αυτός μας αποκάλυψε τον αληθινό Θεό και τα μυστήρια της Βασιλείας Του (Ματθ.13,11). Δι’ Αυτού «ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα» (Ματθ.4,15), καθιστάμενος ο Ίδιος το αέναο «φως τους κόσμου» (Ιωάν.8,12). Προφανώς οι θρησκείες δε «φώτισαν» τον κόσμο! Ο απόστολος Παύλος υπήρξε ο διαπρύσιος κήρυκας της αποκάλυψης του Θεού εν Χριστώ Ιησού: «Το ευαγγέλιον, το ευαγγελισθέν υπ’ εμού, ουκ έστι κατά άνθρωπον, ουδ’ εγώ παρά ανθρώπω παρέλαβον αυτό, ούτε εδιδάχθην, αλλά δι’ αποκαλύψεως του Χριστού» (Γαλ.1,12). Η δια του Χριστού αποκάλυψη του αληθινού Θεού είναι το «ευαγγέλιον της σωτηρίας» (Εφ.1,13) και το «ευαγγέλιον της χάρητος» (Πραξ.20,24), αυτό που στερούνταν η μεταπτωτική προχριστιανική ανθρωπότητα. Οποιαδήποτε, λοιπόν, πίστη σε Θεό που δεν έχει ως πηγή την εν Χριστώ αποκάλυψη λογίζεται (πρέπει να λογίζεται) ως ψευδής και απατηλή, διότι «θεός» εκτός του Τριαδικού Θεού δεν υπάρχει. Οι αναρίθμητοι «θεοί» του παλαιού και του σύγχρονου παγανισμού, όχι μόνον δεν είναι θεοί, αλλά «οι θεοί των εθνών (είναι) δαιμόνια» (Ψαλμ.95,5), τα οποία λατρεύονται αντί του αληθινού Θεού. Ακόμη και ο μονοπρόσωπος «θεός» των λεγομένων μονοθεϊστικών θρησκειών δε μπορεί να λογισθεί ως ο αληθινός Θεός, διότι ο αληθινός Θεός δεν είναι μονοπρόσωπος, αλλά η υπερτέλεια κοινωνία αγάπης των τριών Θείων Προσώπων, όπως μας αποκάλυψε ο ενανθρωπήσας Λόγος Του. Εφ’ όσον ο «θεός» τους δεν είναι ο εν Χριστώ αποκαλυμμένος Τριαδικός Θεός, δεν είναι ο αληθινός Θεός, διότι σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Ιωάννη, «τις εστιν ο ψεύστης, ει μη ο αρνούμενος ότι Ιησούς ουκ έστιν ο Χριστός; ούτος εστίν ο αντίχριστος, ο αρνούμενος τον Πατέρα και τον Υιόν. Πας ο αρνούμενος τον Υιόν ουδέ έχει τον Πατέρα» (Α΄Ιωάν.2,22-23), και διότι «τρεις εισίν οι μαρτυρούντες εν τω ουρανώ, ο Πατήρ, ο Λόγος και το Άγιον Πνεύμα, και ούτοι οι τρεις εν εισί … ότι αύτη εστιν η μαρτυρία του Θεού» (Α΄Ιωάν.5,7-9). Κατά συνέπεια, «ουδείς Θεός έτερος ει μη εις» (Α΄Κορ.8,5), ο Τριαδικός, κατά τον απόστολο Παύλο και όποιος λατρεύει και δέχεται άλλο «θεό» εκτός από τον Τριαδικό είναι οικτρά πλανεμένος! Αναφορά σε «θεούς», εκτός του Τριαδικού Θεού, είναι ανώφελη, διότι γίνεται σε ανύπαρκτες «θεότητες»! Άρα το σφάλμα ημών των Χριστιανών να αποδεχόμαστε το απαράδεκτο οικουμενιστικό «αξίωμα», πως όλες οι θρησκείες τον ίδιο Θεό λατρεύουν, είναι σοβαρό. Εξίσου σοβαρό σφάλμα με την αλλόκοτη θεωρία, ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, η αληθινή Εκκλησία του Χριστού, αποτελεί «κλάδο» της «αόρατης εκκλησίας». Όσοι δέχονται και ομολογούν πως όλες οι θρησκείες πιστεύουν και λατρεύουν τον ίδιο Θεό, αρνούνται στην ουσία τη θεμελιώδη και πρωτεύουσα πίστη μας στον αληθινό Τριαδικό Θεό και «ον απέστειλε Ιησούν Χριστόν», ο Οποίος, μόνος Αυτός «εφανέρωσε το όνομα (του αληθινού Θεού) τοις ανθρώποις» (Ιωάν.17,3,6) και υβρίζουν και δυσφημούν το άγιο όνομά Του. Μια τέτοια ομολογία αποτελεί κατάφορη ύβρη προς τα εκατομμύρια των μαρτύρων και ομολογητών της Εκκλησίας μας, οι οποίοι δεν βασανίστηκαν και θανατώθηκαν για έναν ακόμη «διαφορετικό δρόμο αναγωγής στο Θεό», αλλά έχυσαν το αίμα τους για να υπερασπιστούν το μοναδικό δρόμο της σωτηρίας δια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και μέσω της αγίας Του Εκκλησίας. Επίσης αποτελεί ασέβεια προς τους θεοφόρους Πατέρες της Εκκλησίας μας, οι οποίοι ανάλωσαν τη ζωή τους στην προάσπιση της αποκεκαλυμμένης εν Χριστώ αλήθειας και την καταπολέμηση των αιρέσεων. Αν οι αιρέσεις είναι οι «άλλοι δρόμοι αναγωγής στο Θεό», τότε γιατί αγωνίστηκαν για την προάσπιση της Ορθοδοξίας; Ως ορθόδοξοι πιστοί έχουμε χρέος να μένουμε εδραίοι στην «άπαξ παραδοθείση τοις αγίοις πίστει», έχοντας υπόψη μας ότι «παρεισέδυσαν τινές άνθρωποι, οι πάλαι προγεγραμμένοι εις τούτο το κρίμα, ασεβείς, την του Θεού ημών χάριν μετατιθέντες εις ασέλγειαν και τον μόνον δεσπότην και Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν αρνούμενοι» (Ιουδ.4). Οφείλουμε να θωρούμε τον Σωτήρα μας Ιησού Χριστό ως τη μοναδική δίοδο αναφοράς μας στο Θεό, καθότι Αυτός είναι ο αληθινός «Θεός (όστις) εφανερώθη εν σαρκί» (Α΄Τιμ.3,16), ο «εις μεσίτης Θεού και ανθρώπων» (Α΄Τιμ.2,5), ότι «ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα ει μη δι Αυτού» και «ο εωρακώς Αυτόν, εώρακε τον Πατέρα» (Ιωαν.14,6,9). Δι’ Αυτού «είδομεν το φως το αληθινόν, ελάβομεν Πνεύμα επουράνιον, εύρομεν πίστιν αληθή, αδιαίρετον Τριάδα προσκυνούντες, Αύτη γαρ ημάς έσωσεν». Έχουμε τέλος χρέος να «αποθρησκειοποιήσουμε» την αγία μας Εκκλησία, δηλαδή να την αποσυνδέσουμε από τις θρησκείες του κόσμου και τις ποικίλες κακοδοξίες, ανάγοντάς την ως μοναδικό τρόπο ζωής και κοινωνίας και αποκλειστική δυνατότητα μέθεξης θείου και ανθρωπίνου. Να αποστρέψουμε το πρόσωπό μας από κάθε «θρησκευτικό συγκερασμό» του οικουμενισμού, ως τον πιο δόλιο τρόπο για την αλλοτρίωση του ορθοδόξου φρονήματός μας. Στην αντίθετη περίπτωση θα συνεχίζουμε να αρκούμαστε στην «ικανοποίηση του θρησκευτικού μας συναισθήματος, πράττοντας τα θρησκευτικά μας καθήκοντα», βυθιζόμενοι συνεχώς στο θανατερό τέλμα μιας αέναης δραματικής αναζήτησης του Θεού, μέσω ενός από τους πάμπολλους «δρόμους αναγωγής» σε Αυτόν! Θα συνεχίζουμε ρίχνουμε άφθονο νερό στο μύλο του εφιαλτικού πανθρησκειακού οράματος της «Νέας Εποχής του Υδροχόου», στο οποίο επιδιώκεται να συνθλιβεί, μαζί με την πνευματική μας αξιοπρέπεια και αυτή η ίδια η ανθρώπινη υπόστασή μας! ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Όπως μας ενημέρωσε ο συγγραφέας ο κ. Σκόντζος, το παραπάνω άρθρο έχει δημοσιευτεί στο περιοδικό «Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός» της Ιεράς Μητρόπολης Αιτωλίας και Ακαρνανίας. Το αναφέρουμε για λόγους δεοντολογίας. Δεν μου αρέσει



























ΛΑΤΡΕΥΟΥΝ ΟΛΕΣ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΘΕΟ;

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού

Ζούμε δυστυχώς στην εποχή της απόλυτης πνευματικής σύγχυσης. Ο ασύλληπτος καταιγισμός της πληροφόρησης και η πανεύκολη πρόσβαση στη γνώση, δημιούργησε έναν πρωτοφανή συγκερασμό ιδεολογημάτων, που όμοιό του δε γνώρισε στο παρελθόν η ανθρωπότητα. Ο χειρότερος ιδεολογικός συγκερασμός έγινε στον τομέα της θρησκευτικότητας. Ο σημερινός άνθρωπος τραυματισμένος πνευματικά από τον αθεϊσμό των περασμένων αιώνων, στράφηκε απρόσμενα προς τη θρησκεία, η αυγή του 21ου αιώνα έφερε αναμφίβολα την «άνοιξη» στην παραγκωνισμένη και κατασυκοφαντημένη θρησκευτική πίστη. Αλλά δυστυχώς η θρησκευτικότητα του σύγχρονου ανθρώπου, παρ’ όλο έντονη, δεν είναι υγιής, διότι είναι συγκερασμός θρησκευτικών ιδεολογημάτων. Και το χειρότερο: είναι αναμειγμένη με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του ευρύτερου αποκρυφιστικού πλέγματος της διαβόητης «Νέας Εποχής».

Μια από τις πιο επικίνδυνες πνευματικές καταστάσεις της εποχής μας είναι ο λεγόμενος οικουμενισμός. Πρόκειται για ισχυρή τάση πνευματικής ενοποίησης του κόσμου, η οποία λειτουργεί ως κύρια έκφανση της παγκοσμιοποίησης τα τελευταία χρόνια. Ο οικουμενισμός στηρίζεται στο ιδεολόγημα ότι δεν υπάρχει αντικειμενική αλήθεια στις επί μέρους πίστεις, αλλά ψήγματα αλήθειας και κατά συνέπεια η αλήθεια θα πρέπει να αναζητηθεί στη συνένωση όλων των πίστεων σε μία, ο συγκερασμός των επί μέρους ιδεολογιών θα αποτελέσουν την αλήθεια! Για την ιστορία αναφέρουμε πως τα σπέρματα του οικουμενισμού ανάγονται στη λεγόμενη σχετικοκρατία των άθεων φιλοσόφων του ευρωπαϊκού διαφωτισμού, αυτοί οι οποίοι σύντριψαν κάθε παραδεδομένη αλήθεια του παρελθόντος και πάνω σε αυτά τα συντρίμμια έκτισαν το οικοδόμημα της αντιχριστιανικής πολεμικής.

Φυσικά και η χριστιανική πίστη ανήκει, κατά τους θιασώτες του οικουμενισμού, στη «λειψή αλήθεια», διότι αρνούνται καταφανώς τη θεία προέλευσή της, υποβιβάζοντάς την στο επίπεδο των άλλων θρησκειών. Η εμμονή μας ως Ορθόδοξοι να πιστεύουμε και να διακηρύττουμε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία μας είναι η μόνη αληθινή και σώζουσα πίστη, προκαλεί την μήνη και την αγανάκτηση των οικουμενιστών και γι’ αυτό έχουν βάλει ως πρωταρχικό τους στόχο να μας ενώσουν σώνει και καλά με τις άλλες χριστιανικές «εκκλησίες», ήτοι τον παπισμό και την πολυάριθμη πανσπερμία του ευρύτερου προτεσταντικού χώρου. Διετύπωσαν μάλιστα και την άκρως βλάσφημη θεωρία «των κλάδων», δηλαδή ότι όλες οι «εκκλησίες», μαζί και η Ορθοδοξία, συναποτελούν το «δένδρο της αόρατης εκκλησίας»!

Δυστυχώς ολόκληρος ο 20ος αιώνας αναλώθηκε για την επίτευξη της πολυπόθητης ένωσης των εκκλησιών. Πρωτοστάτης σε αυτή την προσπάθεια ο παπισμός και ο προτεσταντισμός. Ο μεν πρώτος έντυσε με δογματικό μανδύα τον οικουμενισμό στα πλαίσια της Β΄ Βατικάνειας Συνόδου (1962-1965). Ο δε δεύτερος δημιούργησε το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, το 1948, για να στεγάσει όλες τις «εκκλησίες», μηδέ εξαιρουμένης της Ορθοδοξίας.

Απώτερος στόχος του οικουμενισμού είναι, αφού ενώσει τις χριστιανικές «εκκλησίες», να ενώσει και τις άλλες θρησκείες μαζί σε ένα τερατώδες σχήμα, δημιουργώντας την μελετώμενη εδώ και χρόνια εφιαλτική πανθρησκεία της «Νέας εποχής»! Το Βατικανό, ως πρωτεργάτης του οικουμενισμού, εγκαινίασε εδώ και χρόνια την ετήσια διαθρησκειακή συνάντηση της Ασίζης, η οποία κάθε χρόνο φέρνει όλο και πιο κοντά, για την ένωση, τις θρησκείες του κόσμου!

Το τραγικό είναι πως στο ισοπεδωτικό άρμα του οικουμενισμού έχει προσδεθεί και η Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Υψηλόβαθμοι κληρικοί και καθηγητές και άλλοι «διανοούμενοι», έγιναν φανατικοί κήρυκες της προσέγγισης της Ορθοδοξίας με τις άλλες «εκκλησίες» και το χειρότερο, συμμετέχουν ενεργά σε διάλογο και με τις άλλες θρησκείες. Ο οικουμενισμός έκαμε την εμφάνισή του στον ορθόδοξο χώρο στις αρχές του 20ου αιώνα, με τις γνωστές εγκυκλίους του Οικουμενικού Πατριαρχείου, α) του 1902 προς τους προκαθημένους των Ορθοδόξων Εκκλησιών για την ανάγκη προσεγγίσεως με τις άλλες «εκκλησίες» και β) του 1920, ως συνέχεια της προηγούμενης αποκαλώντας αυτές «συγγενείς και οικείας εν Χριστώ και συγκληρονόμους και συσσώμους της επαγγελίας του Θεού εν Χριστώ» (βλ. αρχ. Παύλου Δημητρακόπουλου, Η Ορθοδοξία μπροστά στη θύελλα του συγχρόνου προτεσταντικού και παπικού οικουμενισμού, Πειραιάς 2011,σελ.22). Η δε συμμετοχή στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών επέτεινε την οικουμενιστική νοοτροπία πολλών ορθοδόξων, ώστε πια να θεωρείται «απόλυτος προορισμός» η ένωσή μας με την ετεροδοξία!

Στην παρούσα εργασία θα θίξουμε μια από τις παραμέτρους του οικουμενισμού, η οποία νομίζω ότι ίσως έχει τη μεγαλύτερη σημασία. Η βάση πάνω στην οποία στηρίζεται και οικοδομείται ο οικουμενισμός είναι η θεωρία ότι όλες οι θρησκείες λατρεύουν τον ίδιο Θεό, με διαφορετικό τρόπο, ότι αποτελούν τον «διαφορετικό δρόμο» αναγωγής στο ίδιο Θεό! Έχω τη βεβαιότητα ότι αυτή η θεωρία έρχεται σε ριζική αντίθεση με τη χριστιανική μας πίστη και αποτελεί φρικτή βεβήλωση του μοναδικού απολυτρωτικού έργου του Χριστού για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Διότι, σύμφωνα με αυτό το «αξίωμα», δεν ήταν απαραίτητη η ενσάρκωση του Θεού και το επί γης σωτηριώδες έργο Του. Ότι τελικά ήρθε ο Χριστός στον κόσμο να φτιάξει έναν ακόμα «δρόμο προσεγγίσεως του Θεού», πλάι στους άλλους, μια ακόμη θρησκεία, έστω την καλλίτερη. Κατά συνέπεια, ως ιδρυτής θρησκείας, δεν ξεπερνά την αξία του Ορφέα, του Μωυσή, του Βούδα, του Ζωροάστρη, του Μωάμεθ! Ακόμη δεν είναι επίσης απαραίτητη η πίστη στη θεία υπόστασή Του, η ανθρώπινη φύση του αρκούσε να Τον αναγάγει σε ιδρυτή θρησκείας! Είναι εύκολο λοιπόν να καταλάβει κανείς τον ολισθηρό δρόμο του οικουμενισμού με αυτούς τους απλούς συλλογισμούς, οι οποίοι δεν απέχουν ουδόλως από την πραγματικότητα!

Αλλά για μας τους ορθοδόξους δεν τίθενται (δεν θα πρέπει να τίθενται) τέτοια διλλήματα. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός δεν ήρθε στον κόσμο να ιδρύσει καμιά θρησκεία, έστω την τελειότερη. Η Εκκλησία Του δεν είναι θρησκευτικό σχήμα, ανάλογο με τις ποικιλόμορφες θρησκείες του κόσμου, παρ’ όλο ότι έχει επικρατήσει, συμβατικά, να θεωρείται και να ονομάζεται ο Χριστιανισμός θρησκεία!

Εξηγούμαι, για να μην παρεξηγηθώ. Οι θρησκείες του κόσμου είναι ανθρώπινα δημιουργήματα. Ο πτωτικός άνθρωπος δημιούργησε το φαινόμενο της θρησκείας, ανάλογα με την πολιτισμική του κατάσταση, από εσωτερική ανάγκη, προκειμένου να γεμίσει το τρομερό υπαρξιακό του κενό, το οποίο άφησε στην ψυχή του η απουσία του Θεού μετά την πτώση. Με αυτόν τον τρόπο επιχείρησε να ικανοποιήσει την έμφυτη εσωτερική του παρόρμηση να αναχθεί στο Θεό δημιουργό του. Η νοητική, πνευματική και πολιτισμική του κατάσταση όρισε και το βαθμό ποιότητας της θρησκείας που δημιουργούσε, γι’ αυτό και οι αντιλήψεις όλων αυτών των θρησκειών για το Θεό είναι ατελείς έως απαράδεκτες. Επί προσθέτως η θρησκεία ικανοποιούσε και μετρίαζε τους εσώτατους φόβους του, διότι πίστευε πως με τις διάφορες τελετουργίες μπορούσε να εξευμενίζει το θείον και να το έχει συμπαραστάτη στη ζωή του. Ο απόστολος Παύλος δίνει μια σαφή εικόνα για την πρωτοχριστιανική ανθρωπότητα: «ουκ έγνω ο κόσμος δια της σοφίας τον Θεόν» (Α΄Κορ.1,21). Οι άνθρωποι, παρ’ ότι θρήσκοι, «ελπίδα μη έχοντες και άθεοι εν τω κόσμω (εισίν)» (Εφ.2,12).

Η Εκκλησία του Χριστού δεν ιδρύθηκε από τον Θείο ιδρυτή της να εξυπηρετεί τέτοιου είδους (ψυχολογικές) ανάγκες, αλλά για να είναι ο νέος τρόπος «κατά φύσιν»

υπάρξεως των ανθρωπίνων προσώπων, «υπάρχειν και υφεστάναι» κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή (P.G.91,701Α). Να είναι, σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο, η «καινή κτίσις» (Εφ.6,16), η αναδημιουργία του κόσμου, ο νέος κόσμος του Θεού, μέσα στον παλιό κόσμο της αμαρτίας και της φθοράς, η νέα κοινωνία των ανθρωπίνων προσώπων με κριτήριο την αγάπη, ως αντικατοπτρισμός της αγαπητικής υπάρξεως του Τριαδικού Θεού. Να είναι η απαρχή, ώστε μελλοντικά να μεταστοιχειωθεί ολόκληρη η δημιουργία «ίνα ει ο Θεός τα πάντα εν πάσιν» (Α΄κορ.15,28). Για να είναι μέσα στον κόσμο, το σώμα του Χριστού, με κεφαλή τον Ίδιο και κύτταρά του τους πιστούς όλων των εποχών (Εφ.5,23), ώστε μέσω της πραγματικής συσσωματώσεώς μας στο θεανθρώπινο αυτό σώμα, να συντελείται η σωτηρία μας και να αξιωνόμαστε της κατά χάριν θεώσεώς μας. Η αγία μας Εκκλησία υπάρχει στον κόσμο για να είναι το υπέρτατο πνευματικό ιατρείο των ψυχών, να θεραπεύει τα τραυματισμένα από την αμαρτία ανθρώπινα πρόσωπα, να τα αναγεννά και να τα καθιστά θεοειδείς υπάρξεις, αντάξια της υιοθεσίας του Θεού (Γαλ.4,5).

Ο Θεός της πίστεώς μας, η Παναγία Τριάς, «μία Θεότης εν τρισί υποστάσεσι» σύμφωνα με τη δογματική της Εκκλησίας μας, δεν είναι Θεός καμιάς θρησκείας του κόσμου, διότι οι «θεοί» τους είναι αυθαίρετες νοητικές συλλήψεις, ανύπαρκτοι όντα, δηλαδή είδωλα, και κατά τον απόστολο Παύλο: «θελήματα της σαρκός και των διανοιών» (Εφ.2,3). Αντίθετα ημών των Χριστιανών η πίστη μας στο Θεό, εδράζεται στην αυτοαποκάλυψή Του, μέσω του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, του σαρκωμένου Θεού μας. Αυτός μας αποκάλυψε τον αληθινό Θεό και τα μυστήρια της Βασιλείας Του (Ματθ.13,11). Δι’ Αυτού «ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα» (Ματθ.4,15), καθιστάμενος ο Ίδιος το αέναο «φως τους κόσμου» (Ιωάν.8,12). Προφανώς οι θρησκείες δε «φώτισαν» τον κόσμο! Ο απόστολος Παύλος υπήρξε ο διαπρύσιος κήρυκας της αποκάλυψης του Θεού εν Χριστώ Ιησού: «Το ευαγγέλιον, το ευαγγελισθέν υπ’ εμού, ουκ έστι κατά άνθρωπον, ουδ’ εγώ παρά ανθρώπω παρέλαβον αυτό, ούτε εδιδάχθην, αλλά δι’ αποκαλύψεως του Χριστού» (Γαλ.1,12). Η δια του Χριστού αποκάλυψη του αληθινού Θεού είναι το «ευαγγέλιον της σωτηρίας» (Εφ.1,13) και το «ευαγγέλιον της χάρητος» (Πραξ.20,24), αυτό που στερούνταν η μεταπτωτική προχριστιανική ανθρωπότητα.

Οποιαδήποτε, λοιπόν, πίστη σε Θεό που δεν έχει ως πηγή την εν Χριστώ αποκάλυψη λογίζεται (πρέπει να λογίζεται) ως ψευδής και απατηλή, διότι «θεός» εκτός του Τριαδικού Θεού δεν υπάρχει. Οι αναρίθμητοι «θεοί» του παλαιού και του σύγχρονου παγανισμού, όχι μόνον δεν είναι θεοί, αλλά «οι θεοί των εθνών (είναι) δαιμόνια» (Ψαλμ.95,5), τα οποία λατρεύονται αντί του αληθινού Θεού. Ακόμη και ο μονοπρόσωπος «θεός» των λεγομένων μονοθεϊστικών θρησκειών δε μπορεί να λογισθεί ως ο αληθινός Θεός, διότι ο αληθινός Θεός δεν είναι μονοπρόσωπος, αλλά η υπερτέλεια κοινωνία αγάπης των τριών Θείων Προσώπων, όπως μας αποκάλυψε ο ενανθρωπήσας Λόγος Του. Εφ’ όσον ο «θεός» τους δεν είναι ο εν Χριστώ αποκαλυμμένος Τριαδικός Θεός, δεν είναι ο αληθινός Θεός, διότι σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Ιωάννη, «τις εστιν ο ψεύστης, ει μη ο αρνούμενος ότι Ιησούς ουκ έστιν ο Χριστός; ούτος εστίν ο αντίχριστος, ο αρνούμενος τον Πατέρα και τον Υιόν. Πας ο αρνούμενος τον Υιόν ουδέ έχει τον Πατέρα» (Α΄Ιωάν.2,22-23), και διότι «τρεις εισίν οι μαρτυρούντες εν τω ουρανώ, ο Πατήρ, ο Λόγος και το Άγιον Πνεύμα, και ούτοι οι τρεις εν εισί … ότι αύτη εστιν η μαρτυρία του Θεού» (Α΄Ιωάν.5,7-9). Κατά συνέπεια, «ουδείς Θεός έτερος ει μη εις» (Α΄Κορ.8,5), ο Τριαδικός, κατά τον απόστολο Παύλο και όποιος λατρεύει και δέχεται άλλο «θεό» εκτός από τον Τριαδικό είναι οικτρά πλανεμένος!

Αναφορά σε «θεούς», εκτός του Τριαδικού Θεού, είναι ανώφελη, διότι γίνεται σε ανύπαρκτες «θεότητες»! Άρα το σφάλμα ημών των Χριστιανών να αποδεχόμαστε το

απαράδεκτο οικουμενιστικό «αξίωμα», πως όλες οι θρησκείες τον ίδιο Θεό λατρεύουν, είναι σοβαρό. Εξίσου σοβαρό σφάλμα με την αλλόκοτη θεωρία, ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, η αληθινή Εκκλησία του Χριστού, αποτελεί «κλάδο» της «αόρατης εκκλησίας». Όσοι δέχονται και ομολογούν πως όλες οι θρησκείες πιστεύουν και λατρεύουν τον ίδιο Θεό, αρνούνται στην ουσία τη θεμελιώδη και πρωτεύουσα πίστη μας στον αληθινό Τριαδικό Θεό και «ον απέστειλε Ιησούν Χριστόν», ο Οποίος, μόνος Αυτός «εφανέρωσε το όνομα (του αληθινού Θεού) τοις ανθρώποις» (Ιωάν.17,3,6) και υβρίζουν και δυσφημούν το άγιο όνομά Του. Μια τέτοια ομολογία αποτελεί κατάφορη ύβρη προς τα εκατομμύρια των μαρτύρων και ομολογητών της Εκκλησίας μας, οι οποίοι δεν βασανίστηκαν και θανατώθηκαν για έναν ακόμη «διαφορετικό δρόμο αναγωγής στο Θεό», αλλά έχυσαν το αίμα τους για να υπερασπιστούν το μοναδικό δρόμο της σωτηρίας δια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και μέσω της αγίας Του Εκκλησίας. Επίσης αποτελεί ασέβεια προς τους θεοφόρους Πατέρες της Εκκλησίας μας, οι οποίοι ανάλωσαν τη ζωή τους στην προάσπιση της αποκεκαλυμμένης εν Χριστώ αλήθειας και την καταπολέμηση των αιρέσεων. Αν οι αιρέσεις είναι οι «άλλοι δρόμοι αναγωγής στο Θεό», τότε γιατί αγωνίστηκαν για την προάσπιση της Ορθοδοξίας;

Ως ορθόδοξοι πιστοί έχουμε χρέος να μένουμε εδραίοι στην «άπαξ παραδοθείση τοις αγίοις πίστει», έχοντας υπόψη μας ότι «παρεισέδυσαν τινές άνθρωποι, οι πάλαι προγεγραμμένοι εις τούτο το κρίμα, ασεβείς, την του Θεού ημών χάριν μετατιθέντες εις ασέλγειαν και τον μόνον δεσπότην και Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν αρνούμενοι» (Ιουδ.4). Οφείλουμε να θωρούμε τον Σωτήρα μας Ιησού Χριστό ως τη μοναδική δίοδο αναφοράς μας στο Θεό, καθότι Αυτός είναι ο αληθινός «Θεός (όστις) εφανερώθη εν σαρκί» (Α΄Τιμ.3,16), ο «εις μεσίτης Θεού και ανθρώπων» (Α΄Τιμ.2,5), ότι «ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα ει μη δι Αυτού» και «ο εωρακώς Αυτόν, εώρακε τον Πατέρα» (Ιωαν.14,6,9). Δι’ Αυτού «είδομεν το φως το αληθινόν, ελάβομεν Πνεύμα επουράνιον, εύρομεν πίστιν αληθή, αδιαίρετον Τριάδα προσκυνούντες, Αύτη γαρ ημάς έσωσεν».

Έχουμε τέλος χρέος να «αποθρησκειοποιήσουμε» την αγία μας Εκκλησία, δηλαδή να την αποσυνδέσουμε από τις θρησκείες του κόσμου και τις ποικίλες κακοδοξίες, ανάγοντάς την ως μοναδικό τρόπο ζωής και κοινωνίας και αποκλειστική δυνατότητα μέθεξης θείου και ανθρωπίνου. Να αποστρέψουμε το πρόσωπό μας από κάθε «θρησκευτικό συγκερασμό» του οικουμενισμού, ως τον πιο δόλιο τρόπο για την αλλοτρίωση του ορθοδόξου φρονήματός μας. Στην αντίθετη περίπτωση θα συνεχίζουμε να αρκούμαστε στην «ικανοποίηση του θρησκευτικού μας συναισθήματος, πράττοντας τα θρησκευτικά μας καθήκοντα», βυθιζόμενοι συνεχώς στο θανατερό τέλμα μιας αέναης δραματικής αναζήτησης του Θεού, μέσω ενός από τους πάμπολλους «δρόμους αναγωγής» σε Αυτόν! Θα συνεχίζουμε ρίχνουμε άφθονο νερό στο μύλο του εφιαλτικού πανθρησκειακού οράματος της «Νέας Εποχής του Υδροχόου», στο οποίο επιδιώκεται να συνθλιβεί, μαζί με την πνευματική μας αξιοπρέπεια και αυτή η ίδια η ανθρώπινη υπόστασή μας!



ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Όπως μας ενημέρωσε ο συγγραφέας ο κ. Σκόντζος, το παραπάνω άρθρο έχει δημοσιευτεί στο περιοδικό «Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός» της Ιεράς Μητρόπολης Αιτωλίας και Ακαρνανίας. Το αναφέρουμε για λόγους δεοντολογίας.
ΛΑΤΡΕΥΟΥΝ ΟΛΕΣ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΘΕΟ;

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού

Ζούμε δυστυχώς στην εποχή της απόλυτης πνευματικής σύγχυσης. Ο ασύλληπτος καταιγισμός της πληροφόρησης και η πανεύκολη πρόσβαση στη γνώση, δημιούργησε έναν πρωτοφανή συγκερασμό ιδεολογημάτων, που όμοιό του δε γνώρισε στο παρελθόν η ανθρωπότητα. Ο χειρότερος ιδεολογικός συγκερασμός έγινε στον τομέα της θρησκευτικότητας. Ο σημερινός άνθρωπος τραυματισμένος πνευματικά από τον αθεϊσμό των περασμένων αιώνων, στράφηκε απρόσμενα προς τη θρησκεία, η αυγή του 21ου αιώνα έφερε αναμφίβολα την «άνοιξη» στην παραγκωνισμένη και κατασυκοφαντημένη θρησκευτική πίστη. Αλλά δυστυχώς η θρησκευτικότητα του σύγχρονου ανθρώπου, παρ’ όλο έντονη, δεν είναι υγιής, διότι είναι συγκερασμός θρησκευτικών ιδεολογημάτων. Και το χειρότερο: είναι αναμειγμένη με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του ευρύτερου αποκρυφιστικού πλέγματος της διαβόητης «Νέας Εποχής».

Μια από τις πιο επικίνδυνες πνευματικές καταστάσεις της εποχής μας είναι ο λεγόμενος οικουμενισμός. Πρόκειται για ισχυρή τάση πνευματικής ενοποίησης του κόσμου, η οποία λειτουργεί ως κύρια έκφανση της παγκοσμιοποίησης τα τελευταία χρόνια. Ο οικουμενισμός στηρίζεται στο ιδεολόγημα ότι δεν υπάρχει αντικειμενική αλήθεια στις επί μέρους πίστεις, αλλά ψήγματα αλήθειας και κατά συνέπεια η αλήθεια θα πρέπει να αναζητηθεί στη συνένωση όλων των πίστεων σε μία, ο συγκερασμός των επί μέρους ιδεολογιών θα αποτελέσουν την αλήθεια! Για την ιστορία αναφέρουμε πως τα σπέρματα του οικουμενισμού ανάγονται στη λεγόμενη σχετικοκρατία των άθεων φιλοσόφων του ευρωπαϊκού διαφωτισμού, αυτοί οι οποίοι σύντριψαν κάθε παραδεδομένη αλήθεια του παρελθόντος και πάνω σε αυτά τα συντρίμμια έκτισαν το οικοδόμημα της αντιχριστιανικής πολεμικής.

Φυσικά και η χριστιανική πίστη ανήκει, κατά τους θιασώτες του οικουμενισμού, στη «λειψή αλήθεια», διότι αρνούνται καταφανώς τη θεία προέλευσή της, υποβιβάζοντάς την στο επίπεδο των άλλων θρησκειών. Η εμμονή μας ως Ορθόδοξοι να πιστεύουμε και να διακηρύττουμε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία μας είναι η μόνη αληθινή και σώζουσα πίστη, προκαλεί την μήνη και την αγανάκτηση των οικουμενιστών και γι’ αυτό έχουν βάλει ως πρωταρχικό τους στόχο να μας ενώσουν σώνει και καλά με τις άλλες χριστιανικές «εκκλησίες», ήτοι τον παπισμό και την πολυάριθμη πανσπερμία του ευρύτερου προτεσταντικού χώρου. Διετύπωσαν μάλιστα και την άκρως βλάσφημη θεωρία «των κλάδων», δηλαδή ότι όλες οι «εκκλησίες», μαζί και η Ορθοδοξία, συναποτελούν το «δένδρο της αόρατης εκκλησίας»!

Δυστυχώς ολόκληρος ο 20ος αιώνας αναλώθηκε για την επίτευξη της πολυπόθητης ένωσης των εκκλησιών. Πρωτοστάτης σε αυτή την προσπάθεια ο παπισμός και ο προτεσταντισμός. Ο μεν πρώτος έντυσε με δογματικό μανδύα τον οικουμενισμό στα πλαίσια της Β΄ Βατικάνειας Συνόδου (1962-1965). Ο δε δεύτερος δημιούργησε το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, το 1948, για να στεγάσει όλες τις «εκκλησίες», μηδέ εξαιρουμένης της Ορθοδοξίας.

Απώτερος στόχος του οικουμενισμού είναι, αφού ενώσει τις χριστιανικές «εκκλησίες», να ενώσει και τις άλλες θρησκείες μαζί σε ένα τερατώδες σχήμα, δημιουργώντας την μελετώμενη εδώ και χρόνια εφιαλτική πανθρησκεία της «Νέας εποχής»! Το Βατικανό, ως πρωτεργάτης του οικουμενισμού, εγκαινίασε εδώ και χρόνια την ετήσια διαθρησκειακή συνάντηση της Ασίζης, η οποία κάθε χρόνο φέρνει όλο και πιο κοντά, για την ένωση, τις θρησκείες του κόσμου! 

Το τραγικό είναι πως στο ισοπεδωτικό άρμα του οικουμενισμού έχει προσδεθεί και η Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Υψηλόβαθμοι κληρικοί και καθηγητές και άλλοι «διανοούμενοι», έγιναν φανατικοί κήρυκες της προσέγγισης της Ορθοδοξίας με τις άλλες «εκκλησίες» και το χειρότερο, συμμετέχουν ενεργά σε διάλογο και με τις άλλες θρησκείες. Ο οικουμενισμός έκαμε την εμφάνισή του στον ορθόδοξο χώρο στις αρχές του 20ου αιώνα, με τις γνωστές εγκυκλίους του Οικουμενικού Πατριαρχείου, α) του 1902 προς τους προκαθημένους των Ορθοδόξων Εκκλησιών για την ανάγκη προσεγγίσεως με τις άλλες «εκκλησίες» και β) του 1920, ως συνέχεια της προηγούμενης αποκαλώντας αυτές «συγγενείς και οικείας εν Χριστώ και συγκληρονόμους και συσσώμους της επαγγελίας του Θεού εν Χριστώ» (βλ. αρχ. Παύλου Δημητρακόπουλου, Η Ορθοδοξία μπροστά στη θύελλα του συγχρόνου προτεσταντικού και παπικού οικουμενισμού, Πειραιάς 2011,σελ.22). Η δε συμμετοχή στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών επέτεινε την οικουμενιστική νοοτροπία πολλών ορθοδόξων, ώστε πια να θεωρείται «απόλυτος προορισμός» η ένωσή μας με την ετεροδοξία!

Στην παρούσα εργασία θα θίξουμε μια από τις παραμέτρους του οικουμενισμού, η οποία νομίζω ότι ίσως έχει τη μεγαλύτερη σημασία. Η βάση πάνω στην οποία στηρίζεται και οικοδομείται ο οικουμενισμός είναι η θεωρία ότι όλες οι θρησκείες λατρεύουν τον ίδιο Θεό, με διαφορετικό τρόπο, ότι αποτελούν τον «διαφορετικό δρόμο» αναγωγής στο ίδιο Θεό! Έχω τη βεβαιότητα ότι αυτή η θεωρία έρχεται σε ριζική αντίθεση με τη χριστιανική μας πίστη και αποτελεί φρικτή βεβήλωση του μοναδικού απολυτρωτικού έργου του Χριστού για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Διότι, σύμφωνα με αυτό το «αξίωμα», δεν ήταν απαραίτητη η ενσάρκωση του Θεού και το επί γης σωτηριώδες έργο Του. Ότι τελικά ήρθε ο Χριστός στον κόσμο να φτιάξει έναν ακόμα «δρόμο προσεγγίσεως του Θεού», πλάι στους άλλους, μια ακόμη θρησκεία, έστω την καλλίτερη. Κατά συνέπεια, ως ιδρυτής θρησκείας, δεν ξεπερνά την αξία του Ορφέα, του Μωυσή, του Βούδα, του Ζωροάστρη, του Μωάμεθ! Ακόμη δεν είναι επίσης απαραίτητη η πίστη στη θεία υπόστασή Του, η ανθρώπινη φύση του αρκούσε να Τον αναγάγει σε ιδρυτή θρησκείας! Είναι εύκολο λοιπόν να καταλάβει κανείς τον ολισθηρό δρόμο του οικουμενισμού με αυτούς τους απλούς συλλογισμούς, οι οποίοι δεν απέχουν ουδόλως από την πραγματικότητα!

Αλλά για μας τους ορθοδόξους δεν τίθενται (δεν θα πρέπει να τίθενται) τέτοια διλλήματα. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός δεν ήρθε στον κόσμο να ιδρύσει καμιά θρησκεία, έστω την τελειότερη. Η Εκκλησία Του δεν είναι θρησκευτικό σχήμα, ανάλογο με τις ποικιλόμορφες θρησκείες του κόσμου, παρ’ όλο ότι έχει επικρατήσει, συμβατικά, να θεωρείται και να ονομάζεται ο Χριστιανισμός θρησκεία!

Εξηγούμαι, για να μην παρεξηγηθώ. Οι θρησκείες του κόσμου είναι ανθρώπινα δημιουργήματα. Ο πτωτικός άνθρωπος δημιούργησε το φαινόμενο της θρησκείας, ανάλογα με την πολιτισμική του κατάσταση, από εσωτερική ανάγκη, προκειμένου να γεμίσει το τρομερό υπαρξιακό του κενό, το οποίο άφησε στην ψυχή του η απουσία του Θεού μετά την πτώση. Με αυτόν τον τρόπο επιχείρησε να ικανοποιήσει την έμφυτη εσωτερική του παρόρμηση να αναχθεί στο Θεό δημιουργό του. Η νοητική, πνευματική και πολιτισμική του κατάσταση όρισε και το βαθμό ποιότητας της θρησκείας που δημιουργούσε, γι’ αυτό και οι αντιλήψεις όλων αυτών των θρησκειών για το Θεό είναι ατελείς έως απαράδεκτες. Επί προσθέτως η θρησκεία ικανοποιούσε και μετρίαζε τους εσώτατους φόβους του, διότι πίστευε πως με τις διάφορες τελετουργίες μπορούσε να εξευμενίζει το θείον και να το έχει συμπαραστάτη στη ζωή του. Ο απόστολος Παύλος δίνει μια σαφή εικόνα για την πρωτοχριστιανική ανθρωπότητα: «ουκ έγνω ο κόσμος δια της σοφίας τον Θεόν» (Α΄Κορ.1,21). Οι άνθρωποι, παρ’ ότι θρήσκοι, «ελπίδα μη έχοντες και άθεοι εν τω κόσμω (εισίν)» (Εφ.2,12).

Η Εκκλησία του Χριστού δεν ιδρύθηκε από τον Θείο ιδρυτή της να εξυπηρετεί τέτοιου είδους (ψυχολογικές) ανάγκες, αλλά για να είναι ο νέος τρόπος «κατά φύσιν»

υπάρξεως των ανθρωπίνων προσώπων, «υπάρχειν και υφεστάναι» κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή (P.G.91,701Α). Να είναι, σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο, η «καινή κτίσις» (Εφ.6,16), η αναδημιουργία του κόσμου, ο νέος κόσμος του Θεού, μέσα στον παλιό κόσμο της αμαρτίας και της φθοράς, η νέα κοινωνία των ανθρωπίνων προσώπων με κριτήριο την αγάπη, ως αντικατοπτρισμός της αγαπητικής υπάρξεως του Τριαδικού Θεού. Να είναι η απαρχή, ώστε μελλοντικά να μεταστοιχειωθεί ολόκληρη η δημιουργία «ίνα ει ο Θεός τα πάντα εν πάσιν» (Α΄κορ.15,28). Για να είναι μέσα στον κόσμο, το σώμα του Χριστού, με κεφαλή τον Ίδιο και κύτταρά του τους πιστούς όλων των εποχών (Εφ.5,23), ώστε μέσω της πραγματικής συσσωματώσεώς μας στο θεανθρώπινο αυτό σώμα, να συντελείται η σωτηρία μας και να αξιωνόμαστε της κατά χάριν θεώσεώς μας. Η αγία μας Εκκλησία υπάρχει στον κόσμο για να είναι το υπέρτατο πνευματικό ιατρείο των ψυχών, να θεραπεύει τα τραυματισμένα από την αμαρτία ανθρώπινα πρόσωπα, να τα αναγεννά και να τα καθιστά θεοειδείς υπάρξεις, αντάξια της υιοθεσίας του Θεού (Γαλ.4,5).

Ο Θεός της πίστεώς μας, η Παναγία Τριάς, «μία Θεότης εν τρισί υποστάσεσι» σύμφωνα με τη δογματική της Εκκλησίας μας, δεν είναι Θεός καμιάς θρησκείας του κόσμου, διότι οι «θεοί» τους είναι αυθαίρετες νοητικές συλλήψεις, ανύπαρκτοι όντα, δηλαδή είδωλα, και κατά τον απόστολο Παύλο: «θελήματα της σαρκός και των διανοιών» (Εφ.2,3). Αντίθετα ημών των Χριστιανών η πίστη μας στο Θεό, εδράζεται στην αυτοαποκάλυψή Του, μέσω του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, του σαρκωμένου Θεού μας. Αυτός μας αποκάλυψε τον αληθινό Θεό και τα μυστήρια της Βασιλείας Του (Ματθ.13,11). Δι’ Αυτού «ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα» (Ματθ.4,15), καθιστάμενος ο Ίδιος το αέναο «φως τους κόσμου» (Ιωάν.8,12). Προφανώς οι θρησκείες δε «φώτισαν» τον κόσμο! Ο απόστολος Παύλος υπήρξε ο διαπρύσιος κήρυκας της αποκάλυψης του Θεού εν Χριστώ Ιησού: «Το ευαγγέλιον, το ευαγγελισθέν υπ’ εμού, ουκ έστι κατά άνθρωπον, ουδ’ εγώ παρά ανθρώπω παρέλαβον αυτό, ούτε εδιδάχθην, αλλά δι’ αποκαλύψεως του Χριστού» (Γαλ.1,12). Η δια του Χριστού αποκάλυψη του αληθινού Θεού είναι το «ευαγγέλιον της σωτηρίας» (Εφ.1,13) και το «ευαγγέλιον της χάρητος» (Πραξ.20,24), αυτό που στερούνταν η μεταπτωτική προχριστιανική ανθρωπότητα.

Οποιαδήποτε, λοιπόν, πίστη σε Θεό που δεν έχει ως πηγή την εν Χριστώ αποκάλυψη λογίζεται (πρέπει να λογίζεται) ως ψευδής και απατηλή, διότι «θεός» εκτός του Τριαδικού Θεού δεν υπάρχει. Οι αναρίθμητοι «θεοί» του παλαιού και του σύγχρονου παγανισμού, όχι μόνον δεν είναι θεοί, αλλά «οι θεοί των εθνών (είναι) δαιμόνια» (Ψαλμ.95,5), τα οποία λατρεύονται αντί του αληθινού Θεού. Ακόμη και ο μονοπρόσωπος «θεός» των λεγομένων μονοθεϊστικών θρησκειών δε μπορεί να λογισθεί ως ο αληθινός Θεός, διότι ο αληθινός Θεός δεν είναι μονοπρόσωπος, αλλά η υπερτέλεια κοινωνία αγάπης των τριών Θείων Προσώπων, όπως μας αποκάλυψε ο ενανθρωπήσας Λόγος Του. Εφ’ όσον ο «θεός» τους δεν είναι ο εν Χριστώ αποκαλυμμένος Τριαδικός Θεός, δεν είναι ο αληθινός Θεός, διότι σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Ιωάννη, «τις εστιν ο ψεύστης, ει μη ο αρνούμενος ότι Ιησούς ουκ έστιν ο Χριστός; ούτος εστίν ο αντίχριστος, ο αρνούμενος τον Πατέρα και τον Υιόν. Πας ο αρνούμενος τον Υιόν ουδέ έχει τον Πατέρα» (Α΄Ιωάν.2,22-23), και διότι «τρεις εισίν οι μαρτυρούντες εν τω ουρανώ, ο Πατήρ, ο Λόγος και το Άγιον Πνεύμα, και ούτοι οι τρεις εν εισί … ότι αύτη εστιν η μαρτυρία του Θεού» (Α΄Ιωάν.5,7-9). Κατά συνέπεια, «ουδείς Θεός έτερος ει μη εις» (Α΄Κορ.8,5), ο Τριαδικός, κατά τον απόστολο Παύλο και όποιος λατρεύει και δέχεται άλλο «θεό» εκτός από τον Τριαδικό είναι οικτρά πλανεμένος!

Αναφορά σε «θεούς», εκτός του Τριαδικού Θεού, είναι ανώφελη, διότι γίνεται σε ανύπαρκτες «θεότητες»! Άρα το σφάλμα ημών των Χριστιανών να αποδεχόμαστε το

απαράδεκτο οικουμενιστικό «αξίωμα», πως όλες οι θρησκείες τον ίδιο Θεό λατρεύουν, είναι σοβαρό. Εξίσου σοβαρό σφάλμα με την αλλόκοτη θεωρία, ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, η αληθινή Εκκλησία του Χριστού, αποτελεί «κλάδο» της «αόρατης εκκλησίας». Όσοι δέχονται και ομολογούν πως όλες οι θρησκείες πιστεύουν και λατρεύουν τον ίδιο Θεό, αρνούνται στην ουσία τη θεμελιώδη και πρωτεύουσα πίστη μας στον αληθινό Τριαδικό Θεό και «ον απέστειλε Ιησούν Χριστόν», ο Οποίος, μόνος Αυτός «εφανέρωσε το όνομα (του αληθινού Θεού) τοις ανθρώποις» (Ιωάν.17,3,6) και υβρίζουν και δυσφημούν το άγιο όνομά Του. Μια τέτοια ομολογία αποτελεί κατάφορη ύβρη προς τα εκατομμύρια των μαρτύρων και ομολογητών της Εκκλησίας μας, οι οποίοι δεν βασανίστηκαν και θανατώθηκαν για έναν ακόμη «διαφορετικό δρόμο αναγωγής στο Θεό», αλλά έχυσαν το αίμα τους για να υπερασπιστούν το μοναδικό δρόμο της σωτηρίας δια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και μέσω της αγίας Του Εκκλησίας. Επίσης αποτελεί ασέβεια προς τους θεοφόρους Πατέρες της Εκκλησίας μας, οι οποίοι ανάλωσαν τη ζωή τους στην προάσπιση της αποκεκαλυμμένης εν Χριστώ αλήθειας και την καταπολέμηση των αιρέσεων. Αν οι αιρέσεις είναι οι «άλλοι δρόμοι αναγωγής στο Θεό», τότε γιατί αγωνίστηκαν για την προάσπιση της Ορθοδοξίας;

Ως ορθόδοξοι πιστοί έχουμε χρέος να μένουμε εδραίοι στην «άπαξ παραδοθείση τοις αγίοις πίστει», έχοντας υπόψη μας ότι «παρεισέδυσαν τινές άνθρωποι, οι πάλαι προγεγραμμένοι εις τούτο το κρίμα, ασεβείς, την του Θεού ημών χάριν μετατιθέντες εις ασέλγειαν και τον μόνον δεσπότην και Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν αρνούμενοι» (Ιουδ.4). Οφείλουμε να θωρούμε τον Σωτήρα μας Ιησού Χριστό ως τη μοναδική δίοδο αναφοράς μας στο Θεό, καθότι Αυτός είναι ο αληθινός «Θεός (όστις) εφανερώθη εν σαρκί» (Α΄Τιμ.3,16), ο «εις μεσίτης Θεού και ανθρώπων» (Α΄Τιμ.2,5), ότι «ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα ει μη δι Αυτού» και «ο εωρακώς Αυτόν, εώρακε τον Πατέρα» (Ιωαν.14,6,9). Δι’ Αυτού «είδομεν το φως το αληθινόν, ελάβομεν Πνεύμα επουράνιον, εύρομεν πίστιν αληθή, αδιαίρετον Τριάδα προσκυνούντες, Αύτη γαρ ημάς έσωσεν».

Έχουμε τέλος χρέος να «αποθρησκειοποιήσουμε» την αγία μας Εκκλησία, δηλαδή να την αποσυνδέσουμε από τις θρησκείες του κόσμου και τις ποικίλες κακοδοξίες, ανάγοντάς την ως μοναδικό τρόπο ζωής και κοινωνίας και αποκλειστική δυνατότητα μέθεξης θείου και ανθρωπίνου. Να αποστρέψουμε το πρόσωπό μας από κάθε «θρησκευτικό συγκερασμό» του οικουμενισμού, ως τον πιο δόλιο τρόπο για την αλλοτρίωση του ορθοδόξου φρονήματός μας. Στην αντίθετη περίπτωση θα συνεχίζουμε να αρκούμαστε στην «ικανοποίηση του θρησκευτικού μας συναισθήματος, πράττοντας τα θρησκευτικά μας καθήκοντα», βυθιζόμενοι συνεχώς στο θανατερό τέλμα μιας αέναης δραματικής αναζήτησης του Θεού, μέσω ενός από τους πάμπολλους «δρόμους αναγωγής» σε Αυτόν! Θα συνεχίζουμε ρίχνουμε άφθονο νερό στο μύλο του εφιαλτικού πανθρησκειακού οράματος της «Νέας Εποχής του Υδροχόου», στο οποίο επιδιώκεται να συνθλιβεί, μαζί με την πνευματική μας αξιοπρέπεια και αυτή η ίδια η ανθρώπινη υπόστασή μας! 



ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Όπως μας ενημέρωσε ο συγγραφέας ο κ. Σκόντζος, το παραπάνω άρθρο έχει δημοσιευτεί στο περιοδικό «Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός» της Ιεράς Μητρόπολης Αιτωλίας και Ακαρνανίας. Το αναφέρουμε για λόγους δεοντολογίας.

1 σχόλιο:

  1. ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΗ ΝΑ ΜΠΟΥΜΕ ΑΝ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΣΩΤΗΡΑ ΜΑΣ ΔΕΝ ΤΟΝ ΔΕΧΤΟΥΜΕ.

    Φίλε δεν μπορείς να μπεις στο παλάτι του βασιλιά αν στον Πρίγκιπα της Ειρήνης και στον βασιλέα των βασιλέων και Κύριο των Κυρίων δεν έχεις ΔΟΘΕΙ και Σωτήρα σου ΔΕΧΤΕΙ.(Ιωάννης 1:12-13,Αποκάλυψη 3:20)

    Ο Χριστός Φίλε μου είναι ο επί γης προαιώνιος Θεός που για χάρη του πιάστηκαν τα πάντα ολα όσα υπάρχουν στους Ουρανούς κι οσα κάτω στη γη, ολα όσα βλέπουμε και όλα τα αόρατα. Τα πάντα ολόκληρο το Σύμπαν δημιουργήθηκε μέσο του Χριστού και για την δική του δόξα.... και είναι Αυτός που κραταει τα πάντα στην Ύπαρξη.(Κολοσσαεις 1:16-17)

    Είναι ο μόνος που μπορεί να χαρίσει ΑΠΟΛΥΤΡΩΣΗ και Αιώνια ΣΥΓΧΩΡΗΣΗ των αμαρτιών.(Κολοσσαεις1:13-14,Ματθαίος 9:6)

    Το να νομίζει κάποιος οτι στην Αιώνια Ζωή θα μπορέσει να μπει Χωρίς τον επι γη Πανταχού Παρών Θεό Κύριο Ιησού Χριστό προσωπικό του Σωτήρα να τον ΔΕΧΤΕΙ και σ' Αυτόν με ολη του την καρδιά να παραδοθεί ειναι τέλεια παλαβομάρα.

    Θα φαινόταν λογικότερο αν πίστευες οτι με φτερά σαν τον Ίκαρο θα μπορούσες να φτάσεις στον Άρη, παρα να νομίζεις οτι χωρίς στον Χριστό να ΥΠΟΤΑΧΘΕΙΣ, και ΣΩΤΗΡΑ σου να τον ΔΕΧΤΕΙΣ στην βασιλεία του θα μπεις !!

    Φίλε μου κανένας Απόστολος και πραγματικά Άγιος ΔΕΝ μπήκε στην Αιώνια ζωή με το σπαθί του η Χάρη στη μεσολάβηση η προσευχή κάποιου άλλου, αλλα Χάρη στην απέραντη ΧΑΡΗ και το Έλεος του Πατρός και του Γιου(Εφεσιους 2:8-9), επειδή μ' όλη την καρδιά τους ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΗΚΑΝ τον Χριστο, Ασπάστηκαν τον Χριστο, ΔΟΘΗΚΑΝ στον ΧΡΙΣΤΟ και ΣΩΤΗΡΑ τους χωρίς κανένα δισταγμό τον ΔΕΧΤΗΚΑΝ.(Ιωάννης 1:12-13,3:16,36,5:24,6:39,47,7:37-38,10:9,10:27-28,11:25,14:6)

    Σου εύχομαι τον ΧΡΙΣΤΟ προσωπικό ΣΩΤΗΡΑ σου να τον ΔΕΧΤΕΙΣ και στην Αιώνια Ζωή και εσύ μαζί του και χάρη στην Χάρη του να ΜΠΕΙΣ !!!

    'Κύριε Ιησού Χριστέ, σου Ζητώ να με ΕΛΕΗΣΕΙΣ τον αμαρτωλό. Μετανοώ που εως τώρα το κάλεσμα σου ΑΓΝΟΟΥΣΑ και ΑΝΟΙΓΩ διάπλατα την καρδιά μου και σε παρακαλώ να έρθεις και να ζήσεις μαζί μου ΟΛΕΣ τις ήμερες της Ζωής μου.Είμαι δικός σου'.Είναι η προσευχή που ΣΩΖΕΙ τον αμαρτωλό !!

    ΑπάντησηΔιαγραφή